Του Θοδωρή Τσούτσου
Ο ΠΑΟΚ ήρθε στην Τρίπολη με τη σιγουριά ότι αν έπαιζε, θα είχε νικήσει τον Ολυμπιακό. Με τη βεβαιότητα ότι τίποτα, ούτε καν μία τέτοια εβδομάδα, δεν θα μπορούσε να σταματήσει την "επέλασή" του, όπως έδειξε και στη Νέα Σμύρνη. Και με την ψυχολογία ότι αφού έκανε 17 στα 17, δεν θα τού είναι και πολύ δύσκολο πια να κάνει και ένα 7 στα 7 και να πάρει τον τίτλο.
Με λίγα λόγια, ο ΠΑΟΚ ένιωθε άτρωτος. Αυτό μάλλον κάνει καλό. Βοηθάει πολύ ψυχολογικά μια ομάδα, να νιώθει τόσο δυνατή. Μέχρι τη στιγμή, που αντιλαμβάνεται ότι τα πράγματα ίσως και να μην είναι έτσι. Όσο περνούσαν οι εβδομάδες ο ΠΑΟΚ έδειχνε να βγάζει ολοένα και περισσότερο από το μυαλό του ότι το ποδόσφαιρο είναι ένα παιχνίδι που έχει τρία αποτελέσματα. Όχι ένα!
Αν πριν δύο μήνες η ήττα ή έστω η ισοπαλία ήταν αποτυχία, το τελευταίο διάστημα είχε γίνει πια ανήκουστη. Πλέον, απλώς δεν υπήρχε καν ως πιθανότητα. Και πώς ήρθε; Τη μία και μοναδική φορά που ο ΠΑΟΚ βρέθηκε πίσω στο σκορ σε αυτό το σερί νικών που κόπηκε τελικά στο 18ο ματς.
Στα υπόλοιπα 17, κανένα δεν τού είχε στραβώσει τόσο ώστε να χρειαστεί να αντιδράσει. Όλα ήταν παιχνίδια δράσης για εκείνον. Όχι αντίδρασης. Όταν, λοιπόν, το "άτρωτος" κατέρρευσε, ακόμη και αν ο ΠΑΟΚ δύο φορές κατάφερε να ισοφαρίσει τον Αστέρα, δεν ήταν πια ο ΠΑΟΚ όλων αυτών των τελευταίων μηνών.
Ο Δικέφαλος τρόμαξε στην ιδέα ότι το να χάσει ή να έχει βαθμολογική απώλεια, δεν είναι τελικά και τόσο ανήκουστο. Ή τόσο απίθανο, όσο πίστευε. Και όταν το έπαθε αυτό, στο πρώτο ημίχρονο της Τρίπολης όπου το 1-1 ήταν πολύ κολακευτικό για εκείνον, δεν κατάφερε ποτέ να βρει τον εαυτό του.
Προτού ο Αστέρας δείξει ότι τελικά ο ΠΑΟΚ δεν είναι και τόσο ανίκητος, φάνηκε να το πιστεύει στη διάρκεια του αγώνα ο ίδιος ο ΠΑΟΚ για τον εαυτό του. Αυτό είναι χειρότερο να συμβαίνει σε μια ομάδα, ακόμη και σε σχέση με μια άλλη που δεν έχει αποκτήσει τόσο μεγάλη αυτοεκτίμηση. Ο ΠΑΟΚ, δηλαδή, μέσα σε λίγα λεπτά έννιωσε να καταρρέει ένας ολόκληρος κόσμος που είχε φτιάξει γύρω του.
Μάλιστα, να συμβαίνει αυτό σε αγωνιστικό επίπεδο. Με ξεκάθαρα ποδοσφαιρικό τρόπο, που ήταν και το δυνατό σημείο του Δικέφαλου. Πιο σωστά, το άτρωτο. Ο ΠΑΟΚ είχε απώλειες στο ξεκίνημα του πρωταθλήματος, αλλά ακόμη ο Λουτσέσκου δεν είχε προλάβει να κάνει την ομάδα, ομάδα. Είχε χάσει στα ντέρμπι από Ολυμπιακό και ΑΕΚ, αλλά ακόμη δεν μπορούσε να έχει διάρκεια στο παιχνίδι του. Είχε την ιστορία του ματς με τον Ολυμπιακό στην Τούμπα, που δεν έγινε, αλλά εκείνο δεν ήταν ποδόσφαιρο.
Και τώρα; Αυτή τη φορά ο ΠΑΟΚ έχασε από το ποδόσφαιρο του αντιπάλου. Από σχέδιο προπονητή, του Σάββα Παντελίδη, που εξήγησε πώς στόχευσε τα δύο μπακ για να κόψει τη δύναμη από τις πτέρυγες. Ή για το πώς έκλεισε τους χώρους. Ή για το πώς η πίεση έφερε τρια γκολ σε μία άμυνα που είχε δεχθεί μόνο οχτώ σε 23 αγωνιστικές.
Όσο για αυτό που έγινε στο φινάλε, όσο θα αφήνουμε το ποδόσφαιρο να σκαρφίζεται τέτοιες ιστορίες, όπως την αλλαγή συναισθημάτων σε μόλις λίγα δευτερόλεπτα, έχουμε τύχη να μπορούμε να αρχίσουμε να το (ξανα)απολαμβάνουμε.
Για το άλλο φινάλε, με τα κλωτσομπουνίδια, δικαιολογία δεν υπάρχει καμία. Ούτε σε εκείνον που προκάλεσε, ούτε και σε εκείνους που αντέδρασαν. Αλλά αν κοστίζει σε κάποιους είναι στους δεύτερους, δηλαδή στους ανθρώπους του ΠΑΟΚ. Που συνεχώς συναντούν ή δημιουργούν λόγους για να μην είναι ήρεμοι.
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.